ΜΟΥΣΕΙΟ ΘΗΒΑΣ

Πρωτοβυζαντινοί χρόνοι

Τον 4ο αιώνα κοσμοϊστορικά γεγονότα σηματοδοτούν το τέλος του αρχαίου κόσμου και τη μετάβαση στο «Βυζάντιο», το χριστιανικό κράτος της ελληνορωμαϊκής Ανατολής που αναδύεται από τους κόλπους της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Το απέραντο Βυζαντινό κράτος, φυσικός διάδοχος του ρωμαϊκού, εκτεινόμενο στις τρεις ηπείρους της Μεσογείου, πρωταγωνιστεί επί έντεκα αιώνες στην ιστορική της εξέλιξη. Στο απόγειό του φθάνει τον 6ο αιώνα, επί Ιουστινιανού Α΄ (527-565 μ.Χ.), αυτοκράτορα με μεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες. Τον 7ο και τον 8ο αιώνα ακολουθεί μακρά περίοδος με αναταραχές και ανακατατάξεις, οι λεγόμενοι σκοτεινοί χρόνοι.
Η Βοιωτία, περιοχή ακμάζουσα και πυκνοκατοικημένη, υπάγεται διοικητικά στην επαρχία Αχαΐας. Η καλλιέργεια της εύφορης βοιωτικής γης αποτελεί την κύρια ενασχόληση των κατοίκων, ενώ παράλληλα ευνοείται η άνθηση του εμπορίου. Από τα λιμάνια του Κορινθιακού και του Ευβοϊκού κόλπου, τοπικά προϊόντα, όπως σιτάρι, λάδι και κρασί, καταλήγουν στις αγορές των μεγάλων κέντρων της αυτοκρατορίας. Ψηφοθέτες, οικοδόμοι, μαρμαρογλύπτες, κεραμείς και πλήθος άλλων επαγγελματιών συνθέτουν την ποικιλία των δραστηριοτήτων της εποχής. Τη σταδιακή επικράτηση της νέας χριστιανικής θρησκείας μαρτυρεί το πλήθος των βασιλικών - κυρίαρχου αρχιτεκτονικού τύπου των εκκλησιαστικών κτηρίων της περιόδου - που έχουν αποκαλυφθεί σε ολόκληρη τη Βοιωτία και κοσμούνται με περίτεχνα γλυπτά και ψηφιδωτά δάπεδα.
Μετά το τέλος του 6ου αιώνα και έπειτα από μια περίοδο ανάπτυξης, η Βοιωτία συρρικνώνεται δημογραφικά και σταδιακά παρακμάζει. Παράλληλα, εγκαθίστανται στην περιοχή Σλάβοι.
Ο επισκέπτης συνεχίζει την πορεία του μέσω της αίθουσας των ελληνιστικών–ρωμαϊκών χρόνων (ενότητες 9-10), από τις οποίες η ενότητα 11 διαφοροποιείται με γυάλινο παραπέτασμα. Στις Προθήκες 168-169 εκτίθενται νομίσματα και «θησαυροί» της εποχής, καθώς και αντικείμενα καθημερινής χρήσης από την Αντίκυρα, αντιπροσωπευτικό μεγάλο λιμάνι της περιόδου (Προθ. 170-171).
Κατόπιν ο επισκέπτης μπορεί να δει γλυπτά από εκκλησιαστικά κτήρια της περιόδου και αντικείμενα που συνδέονται με τη νέα χριστιανική θρησκεία (Προθ. 172, βάθρα 116-123), ενώ στις Προθήκες 173-176 και στο βάθρο 124 παρουσιάζονται αντικείμενα σχετικά με τα ταφικά έθιμα της εποχής.
Στην αίθουσα δεσπόζει το εντυπωσιακό ψηφιδωτό δάπεδο με τις προσωποποιήσεις τεσσάρων μηνών και σκηνή κυνηγιού (α΄ τέταρτο 6ου αι.), το οποίο υπογράφουν ο Δημήτριος και ο Επιφάνης, επικεφαλής ενός οργανωμένου και ακμαίου εργαστηρίου ψηφοθετών της περιόδου. Στον ίδιο χώρο υπάρχει διαδραστική ψηφιακή εφαρμογή για την τέχνη του ψηφοθέτη, προβολή με τα ψηφιδωτά δάπεδα της Βοιωτίας, ενώ στις Προθήκες 178-179 παρουσιάζονται σύγχρονα υλικά και εργαλεία ενός ψηφοθέτη, καθώς και αντίγραφο–μακέτα ψηφιδωτού δαπέδου από τη Θήβα με τα στάδια κατασκευής ενός ψηφιδωτού.
Η έκθεση των πρωτοβυζαντινών χρόνων ολοκληρώνεται με σκεύη της καθημερινής ζωής (βάθρα 125-127) και με αντικείμενα που συνδέονται με το επάγγελμα του οικοδόμου (Προθ. 180), του μαρμαρογλύπτη (Προθ. 181) και του κεραμέα (βάθρο 128 και Προθ. 182-183).