Αγάλματα, ανάγλυφα και επιγραφές από πέτρα και μάρμαρο
Τα σωζόμενα μνημεία από λίθο και μάρμαρο διακρίνονται για την ποικιλία τους. Στην εξωτερική γλυπτοθήκη του Μουσείου Θήβας εκτίθενται αγάλματα, ενεπίγραφες βάσεις, βωμοί, ανάγλυφες επιτύμβιες και αναθηματικές στήλες, σαρκοφάγοι και άλλες επιγραφές, καθώς και αρχιτεκτονικά μέλη, όπως κιονόκρανα και επιστύλια. Ανεξάρτητα από την καλλιτεχνική τους ποιότητα, εμπλουτίζουν τις γνώσεις μας για την ιστορία, τη δημόσια και ιδιωτική ζωή, καθώς και για την τέχνη στην αρχαία Βοιωτία.
Η αντοχή του υλικού έχει ως αποτέλεσμα την επαναχρησιμοποίηση πολλών από αυτά τα μνημεία στο πέρασμα του χρόνου, με διαφορετικό τρόπο από τον αρχικό, ακόμη και ως απλό δομικό υλικό.
Τα εκθέματα του περιστυλίου οργανώνονται σε ενότητες. Αριστερά της αύλειας εισόδου, συγκεντρώνονται τα λίθινα αναθήματα, δηλαδή τα πολύτιμα δώρα που αφιέρωναν οι πιστοί σε θεούς και ήρωες. Ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι το βάθρο των 9 χάλκινων αγαλμάτων των Ελικωνιάδων Μουσών, τα οποία είχαν αναθέσει οι Θεσπιείς στο ιερό τους, στην ομώνυμη κοιλάδα. Η ανάθεση των Θεσπιέων έχει χαραχθεί με μεγάλα γράμματα ώστε να ξεχωρίζει. Κάτω από κάθε άγαλμα Μούσας είχε χαραχθεί το όνομά της καθώς και ένα επίγραμμα, ένα σύντομο ποίημα προς τιμήν της, το οποίο είχε συνθέσει ο Κορίνθιος ποιητής Όνεστος την εποχή του αυτοκράτορα Αυγούστου.
Η ξενάγηση συνεχίζεται με λίθινα επιτύμβια μνημεία, τα οποία φιλοδοξούσαν να προστατέψουν τη μνήμη του νεκρού από τη λήθη.Στους κλασικούς χρόνους ως μνημειακά επιτύμβια σήματα απαντούν συνήθως οι απλές ενεπίγραφες στήλες.
Έργα τοπικών εργαστηρίων κυρίως από τις Θεσπιές, τη Θήβα και την Τανάγρα είναι ανάγλυφες στήλες με παράσταση των νεκρών και των συγγενικών τους προσώπων σε σκηνή αποχαιρετισμού. Με το συμβατικό αυτό τρόπο απεικονίζεται ο νεκρός σε κάποια χαρακτηριστική ασχολία, αλλά δηλώνεται και η θλίψη των αγαπημένων του προσώπων. Πρόκειται για ορθογώνιες στήλες με αετωματική επίστεψη που θυμίζει στέγη κτηρίου ή με επίστεψη ανθεμίου. Φέρουν ανάγλυφη παράσταση, της οποίας δεν σώζονται τα χρώματα, και εγχάρακτο το όνομα του νεκρού.
Ιδιαίτερα εντυπωσιακοί θεωρούνται οι λίθινοι λέοντες, συχνά τοποθετημένοι σε πολυάνδρια και σε τάφους επιφανών πολιτών, όπως ο μαρμάρινος λέοντας, σήμα του τύμβου των πεσόντων στη Μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.).
Στον αύλειο χώρο δεσπόζει με το μέγεθός του ο μαρμάρινος λέοντας υπερφυσικού μεγέθους από το Πυρί της Θήβας, ο οποίος φέρει στο στέρνο την επιγραφή «Fαστίας». Ο νεκρός πιθανόν ταυτίζεται με τον ομώνυμο βοιωτάρχην του πρώιμου 4ου αιώνα π.Χ. Δίπλα του μικρότερου μεγέθους λέοντες προέρχονται από τις Θεσπιές.
Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο τα δαπανηρά επιτύμβια μνημεία, όπως ο βωμός με παράσταση ήρωα–ιππέα,οι μαρμάρινες σαρκοφάγοι ή οι ναόσχημες στήλες, προορίζονται για τους εύπορους. Για τους υπολοίπους ήταν αρκετός ένας ενεπίγραφος κιονίσκος ή απλές στήλες με αετωματική ή οριζόντια απόληξη.
Μια ιδιαίτερη κατηγορία λίθινων μνημείων αποτελούν οι επιγραφές, οι μαρτυρίες των οποίων φωτίζουν τον ιδιωτικό και τον δημόσιο βίο των Βοιωτών, αλλά και την πολιτειακή οργάνωση των πόλεων και του Βοιωτικού Κοινού από τον 6ο αιώνα π.Χ. μέχρι και τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Στο δεξί σκέλος του περιστυλίου, σε σχέση με τον εισερχόμενο από την αυλή, εκτίθενται απελευθερωτικές επιγραφές δούλων, αγωνιστικές επιγραφές (καταγραφή νικητών σε αγώνες), ακόμη και αυτοκρατορικές, όπως αυτές του αυτοκράτορα Αδριανού.
Ο Αδριανός επισκέφθηκε την Κορώνεια το 125 μ.Χ. και διέγνωσε το πρόβλημα που προκαλούσαν οι πλημμύρες στη δυτική Κωπαΐδα. Χρηματοδότησε ο ίδιος τα έργα και έστειλε σχετικές επιστολές προς τους Κορωνείς, οι οποίες χαράχθηκαν σε μεγάλους μαρμάρινους ορθοστάτες. Ο σωζόμενος ορθοστάτης αποτελούσε τμήμα δημόσιου οικοδομήματος, στο οποίο είχαν χαραχθεί και άλλες αυτοκρατορικές επιστολές. Δίπλα στην επιγραφή της Κορώνειας εκτίθενται αντικείμενα που σχετίζονται με τη διαχείριση των υδάτων.
Την εικόνα συμπληρώνουν αντιπροσωπευτικά λίθινα αντικείμενα βυζαντινής και οθωμανικής περιόδου.
Τέλος, η περιήγηση στο παρελθόν της Βοιωτίας ολοκληρώνεται με την επίσκεψη στον εντυπωσιακό μεσαιωνικό πύργο του Σεντ-Ομέρ, μάρτυρα της διαχρονικής σπουδαιότητας της πόλης.